Τα διαμάντια είναι παντοτινά;
Ναι, όπως πάντα ήταν!
Ναι, όπως πάντα ήταν!
Κάθε φορά που ακούω ή βλέπω κάτι που συνδέεται με τον όποιο άμεσο ή και έμμεσο τρόπο με τις ταινίες του James Bond, αναπόφευκτα θυμάμαι τον πατέρα μου Γιώργο, και τις πλείστες ώρες που πέρασα μαζί με εκείνον και την υπόλοιπη πατρική οικογένεια, βλέποντας αυτές τις ανεπανάληπτες ταινίες που αποτύπωσαν με κινηματογραφικά άρτιο τρόπο το πνεύμα μιάς από τις πιο ενδιαφέρουσες ιστορικά περιόδους, που έμεινε γνωστή ως η "ψυχροπολεμική" περίοδος. Η ιδεολογική ανάλυση της προβολής των Σοβιετικών κατασκόπων ως απίστευτα μοχθηρών, για να μην πω και διαβολικών πλασμάτων, έχει μεγάλο ενδιαφέρον αλλά δεν θα σταθώ εκεί, θα σταθώ στον πατέρα μου, τον "δεξιό" πατέρα μου που άθελά του όμως με οδήγησε ή έστω μου άφησε το περιθώριο να αυτονομηθώ ιδεολογικά από εκείνον και μάλιστα να τραβήξω έναν δρόμο πολύ διαφορετικό από τον δικό του και να έρθουμε συχνά σε ρήξη, μιάς και με μεγάλη δόση χιούμορ, ομολογώ, πολλές φορές φτάσαμε στο να αντιπαρατεθούμε σχολιάζοντας τα δελτία ειδήσεων στην τηλεόραση ή συζητώντας σε οικογενειακές συνεστιάσεις. Νομίζω τελικά ότι αυτό είναι ένα δείγμα αγάπης, το να τσακώνεται κανείς με έναν άνθρωπο που είναι κοντά του, αντί να μένει απέναντί του παγερά αδιάφορος.
Ακούγοντας λοιπόν μόλις το τραγούδι "Diamonds" της αγαπημένης Rihanna αυτομάτως πήγε το μυαλό μου σε αυτό τον πολύτιμο λίθο, με τον οποίο συχνά παρομοιάζουμε τους ανθρώπους που θαυμάζουμε και που τους εκτιμούμε, που λάμπουν καθοδηγώντας μας στο σκοτάδι. Ένας τέτοιος λαμπερός λίθος, φωτεινός φάρος ήταν και ο Γιώργος στη ζωή μου. Ο Γιώργος που έφυγε από τη ζωή στις 18 Νοέμβρη του 2008, επτά χρόνια πριν δηλαδή, σημαδιακός αριθμός! Αυτός ο άνθρωπος λοιπόν, που έφυγε μια μέρα μετά την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου αν και δεν έτρεφε καμιά ιδιαίτερη συμπάθεια σε αυτό, αυτός ο άνθρωπος που από τότε προέβλεπε την παγκόσμια κρίση που ήδη επέλαυνε και τις εξεγέρσεις των λαϊκών στρωμάτων που στέναζαν πια από την αδικία και την καταπίεση -ως οξύ πνεύμα, διορατικός οικονομολόγος, που είχε απλά πιστέψει στη χρησιμότητα της ελευθερίας στην ιδιωτική πρωτοβουλία για την οικονομία και το εμπόριο, για την ευημερία των λαών- έφυγε μάλλον με πολλές απογοητεύσεις, αλλά με περισσή αγάπη, κανένα πραγματικό παράπονο: "Αγάπησα και αγαπήθηκα, κι αυτό μου φτάνει", μας είπε! Μας είπε και πολλά άλλα, αλλά δεν μου είναι τόσο εύκολο τώρα να τα μοιραστώ. Όμως όλα αυτά επιβεβαιώνουν τελικά, μετά τον κύκλο αυτό των επτά ετών, πόσο πλούσιο με έκανε αυτός ο πολύτιμος άνθρωπος. Ίσως είναι λίγο πρόωρο, αλλά αφιερώνω ως μνημόσυνο αυτή την ανάρτηση σε εκείνον, για αυτά τα επτά χρόνια που περιπλανήθηκα απ' έξω αλλά και μέσα μου για να ανακαλύψω ποιός ήταν τελικά για μένα αυτός ο άνθρωπος: Τι σήμαινε και τι σημαίνει για τη ζωή μου; Τι κρατώ και τι πετώ; Είχα πολλά παράπονα αλλά το μόνο που έχω να πω σε φίλους και γνωστούς που περνούν κάτι αντίστοιχο είναι: Βγάλτε τα από μέσα σας, ξεμπερδέψτε, η εξιδανίκευση δεν κάνει καθόλου καλό σε κανέναν, κανείς γονέας δεν είναι τέλειος, και ούτε πρέπει να είναι, ποιός άνθρωπος είναι τέλειος για να είναι ο πατέρας μας, η μητέρα μας, η γιαγιά μας; -Για τις γιαγιάδες μου θα ακολουθήσει μάλλον κάποτε μια άλλη ανάρτηση, καθώς ακόμη ζουν, και είναι και αειθαλείς! Μακάρι να γελάσουν τον Χάροντα για εκατόν πενήντα χρόνια ακόμα!
Ο πατέρας μου δεν ήταν τέλειος, ουδέποτε όμως υποστήριξε αυτή την ανοησία! Αρκεί να σας διηγηθώ ένα γεγονός. Κάποτε το έβλεπα αρνητικά ή απλά επιφυλακτικά. Πλέον νομίζω ότι αφού με διαμόρφωσε αυτή η απάντηση κατά πολύ, όπως τώρα είμαι, και αφού το πνεύμα αμφιβολίας που με χαρακτηρίζει το θεωρώ προσόν, εκείνη η στιχομυθία δεν μπορεί παρά να συνέβαλε σε αυτή τη στάση που ανέπτυξα, οπότε ευλογημένη να είναι η μνήμη αυτού του ανθρώπου. Μακάρι όλοι οι πατεράδες να ήταν έτσι! Έτσι δεν θα προέκυπτε κανένα ενήλικο "παιδί", που θα αναζητούσε το υποκατάστατο του εξουσιαστικού πατέρα, του ποιμένα, του κάθε ανθρώπου με πατερναλιστική διάθεση, από τους οποίους πήξαμε σε όλους τους χώρους καθημερινώς, και που ενίοτε μετά την τακτική της επίδειξης της δήθεν συμπόνιας τους και της συμπαράστασης σε κάθε καημό και δάκρυ, μας απειλούν διότι δεν "συνεμορφώθημεν" με τας ευποδείξεις. Όταν λοιπόν ως μαθητής δημοτικού σχολείου είχα μια συζήτηση με τους συμμαθητές μου, τότε μεταξύ άλλων συζητήθηκε το θέμα αν οι μπαμπάδες μας τα ήξεραν όλα! Ομολογώ ότι η αφέλεια αυτού του θέματος με είχε εξ αρχής ιντριγκάρει! Επομένως πήγα και ρώτησα και τον ίδιο τον πατέρα μου. Την απάντηση, εντελώς ειλικρινή ή και κυνική, δεν ήταν καθόλου εύκολο παρ' όλα αυτά να την διαχειριστώ εκείνη τη στιγμή, μια απογοήτευση με κατέβαλε. Κι εγώ σε ποιόν θα στηριζόμουν; Όμως ο πατέρας μου πάντοτε ήταν εκεί, μεριμνούσε για μένα πριν από μένα, αλλά χωρίς καμία διάθεση επιβολής. Όταν χρόνια αργότερα, από την εφηβεία και στο εξής, άρχισα να μελετώ τις τέχνες, τα γράμματα, τον πολιτισμό της χώρας μας και όχι μόνο για να βρω τις δικές μου απαντήσεις, και όχι τις απαντήσεις της οποιασδήποτε αυθεντίας, αυτός ο ανεκτίμητος θησαυρός ξόδεψε όσο λίγοι άλλοι για να καλυφθούν όλα τα έξοδα που συνεπάγεται η μόρφωση, τα δίδακτρα, η αγορά βιβλίων, η παρακολούθηση επιμορφωτικών σεμιναρίων σε αυτό τον ταξικά διαχωρισμένο κόσμο όπου εγώ είχα μεταξύ άλλων το προνόμιο να έχω έναν πατέρα από τη μεσαία αστική τάξη, αυτή που πλέον έχει εξαλειφθεί γιατί η διεθνής οικονομική συμμορία που αυτοαποκαλείται ελίτ, δεν θέλει να μορφώνονται πια οι λαοί, γιατί η γνώση είναι δύναμη και το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα τη φοβάται - ξαναγυρίζουμε λοιπόν στο μεσαίωνα, όπου οι αλχημιστές καίγονταν στην πυρά και τα βιβλία τηρούνταν ως επτασφράγιστο μυστικό, διαθέσιμο μόνο στους ολίγους.
Ήθελε να χρηματοδοτήσει και το μεταπτυχιακό μου στο εξωτερικό ο πατέρας μου. Σήμερα κάποιοι μας λένε ότι αξίζει να πάμε στο εξωτερικό, να ζήσουμε εκεί, χωρίς να σπουδάσουμε κάτι ή να εργαστούμε, είναι οι ίδιοι αντιπαραγωγικοί άνθρωποι που το ίδιο κάνουν κι εδώ: Παρσιτούν σε βάρος μας, "σκοτώνουν" το χρόνο τους, και το έχουν κάνει ιδεολογία. Και που πάνε στο εξωτερικό, γυρίζουν με την ίδια ή και μεγαλύτερη έπαρση για να μας κατηγορήσουν πχ εμάς ως τεμπέληδες και να μας ζητήσουν ακόμη περισσότερο να τους υπηρετήσουμε, ακόμη περισσότερο να ζήσουμε τον λιτό βίο. Έχοντας την τύχη ή και ευτυχία να έχω υπηρετήσει ως εκπαιδευτικός σε δημόσια δημοτικά σχολεία, προσωπικά έχω να πω μονάχα ένα, κι ας φανεί "ξύλινο": Κατά έναν περίεργο τρόπο, το φωτεινό παράδειγμα του πατέρα, με οδηγεί κι εκεί: Μόνο που τον ρόλο της "πατρικής" κι "εξουσιαστικής" φιγούρας, στην προκειμένη περίπτωση, κλήθηκα να τον επιτελέσω εγώ! Όπως σχεδόν όλοι οι εκπαιδευτικοί της ιδεολογίας μου, ξεκίνησα από μια "αλτρουιστική" διάθεση, από μια διάθεση προσφοράς στον "Άλλο", και ιδίως τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών, που έχουν πρόσβαση στη γνώση μόνο μέσα από το δημόσιο σχολείο. Αφού εγώ είχα αυτό το προνόμιο, πρέπει να το αναγνωρίσω ως τέτοιο και να προσφέρω στο κοινωνικό όραμα της δημόσιας, δωρεάν αλλά και της πραγματικά ισότιμης παιδείας για όλα τα παιδιά, πέρα από κάθε διάκριση, ταξική, ρατσιστική, ή και άλλη. Αυτό εισέπραξα, αυτό θα ανταπέδιδα, έλεγα, στην κοινωνία. Τι με δίδαξαν όμως όλα αυτά τα χρόνια; Όλα αυτά τα χρόνια λοιπόν, αυτός που προσκόμιζε όφελος ήμουν ξεκάθαρα εγώ!
Δεν έχω όλες τις απαντήσεις "προκάτ". Για την ακρίβεια, ακόμη κι εγώ τις αναζητώ. Ωριμάζοντας και σκεπτόμενος με περισσότερη ειλικρίνεια, κατανοώ ότι αν μη τι άλλο η σχέση παιδαγωγού και μαθητών είναι αμφίδρομη. Αν όλα αυτά τα διαμάντια, τα πλάσματα που έρχονται με το δικό τους ανήσυχο πνεύμα για να διατυπώσουν τα δικά τους ερωτήματα -γιατί η ουσία τελικά είναι εκεί- δεν είχαν έρθει σε αυτού του είδους την επικοινωνία, τη διάδραση που είχαν μαζί μου, είμαι βέβαιος πως δεν θα είχα καν καταλήξει στη διατύπωση των κατάλληλων ερωτημάτων. Κατά μία έννοια, αυτή η ανάρτηση αφιερώνεται και σε αυτά τα παιδιά, με την ευχή να είναι ήδη σε έναν αυτόνομο και αυτόβουλο δρόμο για την προσωπική τους ευτυχία και την αυτοπραγμάτωση, ακόμη κι αν εγώ πλέον για εκείνες/ους έχω πέσει στην πιο βαθιά λήθη.
Κι αυτά τα διαμάντια, όμως, για μένα είναι ... παντοτινά!
...
Μπορείτε να ακούσετε την αυθεντική εκτέλεση του τραγουδιού της ταινίας με τίτλο: Diamonds are forever, από τη Shirley Bassey, εδώ.
Για τα στοιχεία της ταινίας, παραγωγής έτους 1971, επισκεφτείτε την αντίστοιχη σελίδα στην International Movie Database
Shirley Bassey (1971)
From Wikipedia, the free encyclopedia
From Wikipedia, the free encyclopedia
Οι στίχοι από το τραγούδι της νεαρής τραγουδίστριας Rihanna, "Diamonds",
από το έβδομο studio album της, με τίτλο: Unapologetic (2012), εδώ:
Shine bright like a diamond
Shine bright like a diamond
Find light in the beautiful sea
I choose to be happy
You and I, you and I
We’re like diamonds in the sky
You’re a shooting star I see
A vision of ecstasy
When you hold me, I’m alive
We’re like diamonds in the sky
Πηγή: http://www.directlyrics.com/rihanna-diamonds-lyrics.html
Δείτε και το επίσημο video clip του τραγουδιού, εδώ!
Η επίσημη ιστοσελίδα της καλλιτέχνιδος: http://www.rihannanow.com
..................................................................................................
Λίγα κοσμήματα στη χλόη. Λίγα διαμάντια στο σκοτάδι..........
Από τον Πλόκαμο της Αλταμίρας,
Του Έλληνα ποιητή, πεζογράφου, φωτογράφου και ψυχαναλυτή,
Ανδρέα Εμπειρίκου (1936 – 1937)
1
Τα κούμαρα βαριά σαν βλέφαρα ηδυπαθείας, στάζουν το μέλι στη σιγή. Ο γδούπος διαρκεί, και από τα μάτια σου στο στήθος και στο στόμα μου, η έλξις απλώνει την παλίρροια.
2
Λίγα κοσμήματα στη χλόη. Λίγα διαμάντια στο σκοτάδι. Μα η πεταλούδα που νύκτωρ εγεννήθη μάς αναγγέλλει την αυγή, σφαδάζουσα στο ράμφος της πρωίας.
3
Η ποίησις είναι ανάπτυξι στίλβοντος ποδηλάτου. Μέσα της όλοι μεγαλώνουμε. Οι δρόμοι είναι λευκοί. Τ’ άνθη μιλούν. Από τα πέταλά τους αναδύονται συχνά μικρούτσικες παιδίσκες. Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος.
4
Μεταίωρη στιγμή σαν το φλουρί που μια στιγμή γυαλίζει πριν να πέση. Νόστιμον είναι πως όταν πέσει χάνεται. Μένουν όμως τα πουλιά, μένει η φωνή τους, και όπου καθήσουν, σε γυμνά κλαριά ή σε ποτήρια γιομάτα μαργαρίτες, φυτρώνει ένα πούπουλο ή ένα πτερό με ρόδινη αιχμή, καθώς σπονδή στον άνεμο.
5
Η πήξις νεφελωμάτων είναι μαστός εντός χοάνης.
6
Η σιωπή λικνίζεται στην αμμουδιά. Τα πόδια της πατούν στην κυανή, στην άνευ έρματος ακρογιαλιά θαλάσσης που καθεύδει.
7
Τα βήματά μου αντηχούν στη βελουδένια στρώσι της σκιάς μου.
8
Κρυφή μου ελπίδα στα βουνά, καλημερίζω την ηχώ σου.
9
Ω δροσερό κοράσιον που κρύβεσαι μεσ’ στα μπαμπάκια των χιονοστιβάδων! Τα κρύσταλλά τους μέλπουν όπισθέν σου, και τα ταχύσκαπτα των κουναβιών βαθαίνουν κι’ όλο πλησιάζουν το κύπελλον του φουστανιού σου. Έτσι τ’ αστέρια τανύουν τις χορδές των. Έτσι διαχέεται στο νού σου ο γαλαξίας.
10
Βάμμα νυκτός στα χείλη της, δόσις φωτός στο στήθος μου, και τα πανέρια της ανοίξεως ανοικτά, με τα χρωματιστά χαρτιά των φρούτων κυμαινόμενα.
11
Της γειτνιάσεως οι συμπληγάδες είναι μαστοί νεάνιδος που τους θωπεύει ο ποντοπόρος.
12
Ακόμη λίγη θάλασσα, ακόμη λίγο αλάτι. Έπειτα θάθελα να κυλισθώστην αμμουδιά μαζί σου.
13
Των αποστάσεων η έλξις προσδιορίζει κάθε βήμα. Η ταξειδιώτης ξεκουμπώνει το παλτό της. Από το στήθος της πετούν μικρά πουλιά προς την πολίχνη. Στο υψηλό βουνό τής ετοιμάζουν τον θερινό κοιτώνα και τα μαλλιά της ήδη πρασινίζουν.
14
Βαθειά πληγή. Στον λόφο του κρατήρος κραδαίνεις την ανάμνησι, και, έτσι, σιγά σαν σύθαμπο που απορροφά μια μέρα που φθίνει, δίνεις, αγαπητή και δήθεν ξεχασμένη, τον στρόβιλο της λησμονιάς στους πέντε ανέμους – γιατί πάντοτε, και όταν σβουρίζει η χλαλοή και καταβρέχεται η χλόη, ξεχνάς, και πάλι αναμιμνήσκεσαι και χωρίς καμίαν υποχρέωσι, κάποτε θλίβεσαι και κάποτε αγαλλιάς. Είσαι θαρρώ, φρεγάδα που περνά απ’ όλα τα λιμάνια, δίχως καλάθια και με ωραίες λείες κουπαστές.
15
Ένα κουμπί στο φως, μιά ταραντούλα στο σκοτάδι, κι’ ανάμεσα, μια γοερή κραυγή την ώρα που βραδυάζει.
16
Οι τοίχοι, λεν, έχουν αυτιά – μα οι ψίθυροι ζουν και πεθαίνουν και στα φύλλα.
17
Αποσκιρτώ μεσ’ στα φυλλώματα. Από μακρυά διακρίνω την ελαφρά κοιλάδα. Η μέρα αυτή είναι σαν πλημμυρίς φωτός. Στις φλέβες και στα φύλλα της ρέει το αίμα που την ζωντανεύει και απομακρύνει τις τυχάρπαστες σφενδόνες. Ο θόλος της είναι τόσο διαυγής που σπάζει η στάμνα της γειτονικής επαύλεως και σκάζουν προώρως τα ρόδια της δενδροστοιχίας. Κάθε σπειρί τους είναι μιά στιγμή που πέφτει σε πηγάδι ηδυπάθειας.
18
Πάρε την λέξι μου. Δώσε μου το χέρι σου.
19
Ενατενίζω. Μια καμπάνα τήκεται μπροστά μου.
20
Ράμφος εγώ. Εσύ, ολόκληρη μια νύχτα με αναπαλμούς και φώσφορο μεδούσης. Έπειτα αποκοιμήθηκες κι όταν πιά ξύπνησες, πάλι με κοίταξες, όπως κοιτάζει ένα παιδί μιά στήλη.
21
Η δριμύτης της ανοίξεως είναι φιλί πούχω στο στόμα.
22
Οι άνθρωποι καμιά φορά, βαπτίζουνε τα χέρια τους σε μπακιρένιες κολυμβήθρες. Σε τέτοιες στιγμές τα βρέφη αγαλλιούν και παίζουν με ψάρια κόκκινα πλευστότητος ελαφροτάτης.
23
Πράξεις των ελεφάντων. Πολύτιμα περίστροφα εξ ελεφαντοστού. Μία γυναίκα ανάμεσα σε δύο θυμωνιές μαζεύει παπαρούνες. Τέλος κάποιος τραβά μιά πιστολιά και τρέπονται εις φυγήν τα ζώα. Το ποδοβολητό τους προχωρεί σαν κύμα που περνά επάνω απ’ όλα.
24
Ό,τι σαλπίζει δεν βοά και δεν περιτυλίσσεται σα νάταν φίδι.
25
Η παρόρμησις είναι μιά συνοχή εαρινών βλυσμάτων. Μακάριοι αυτοί που πίπτουν στα νερά της. Τα στήθη της είναι τόσο ωραία που υπερνικούνε όλα τα υφάσματα. Αν η παρόρμησις υπάρχει, τίποτε δεν μπορεί να την αναχαιτίση. Η χαίτη της όταν εφορμά είναι δάσος φλεγόμενον με μύρα.
26
Η τρέλλα μοιάζει με χαρά ή με θλίψι. Όμως δεν είναι πίθος δαναϊδων αλλά ομάς νεανίδων που ορχούνται σε θέατρον του Ορχομενού. Καμιά φωνή δεν συνεκλόνισε βαθύτερα τα πλήθη. Καμιά πηγή δεν γέλασε πιο ιλαρά. Κανένα σούρουπο δεν άπλωσε μια βαθυτέρα θλίψι. Ω κόρη υστερική! Το σκίρτημά σου είναι οδός που οδηγεί στην γέφυρα της καταστάσεώς σου και η κραυγή σου οξύ χλιμίντρισμα που διαπερνά το μάτι τουρανού.
27
Το αγρόκτημα το σκέπασε η λήθη. Μέσα στις άδειες κάμαρες στάζουν οι σταλακτίται, και, στην σιγή, μετρούν τις ώρες και τα χρόνια της ανεξήγητης εγκαταλείψεως. Μπροστά στην πόρτα ένας ληστής κλαίει πικρότατα. Μέσα στα φύλλα μιάς συκιάς αλλάζει χρώμα ο χαμαιλέων.
28
Τώρα που η πόλις μετανάστεψε, καθίζει η μνήμη της πομπής και αναστενάζει εμπρός εις τους κενούς και ηλιοκαείς τροχιοδρόμους.
29
Το δράμα του παραλιακού ξενοδοχείου δεν κατεσβέσθη. Ακόμα καταποντίζεται ο λυγμός και η φαλαινίς μνήσκει λαχανιασμένη. Α, πώς κτυπούν τα κύμβαλα οι ανηλεείς σκαφανδροφόροι! Α, πώς πονούν αυτοί που σέρπουνε στην άμμο!
30
Εαρινοί καταυλισμοί ονείρων εν εγρηγόρσει – των κατευθύνσεων οι ώρες σαν σαύρες της αυγής.
31
Βρέφος εντός αβράς σιγής. Μόνον η αύρα μέλπει και η τροφός ρεμβάζουσα προσφέρει το βυζί της στο ευτυχισμένο βρέφος. Ώρα ηδονής και γάλακτος. Ώρα του γαλαξίου.
32
Κατάρτια μπηγμένα σε γηλόφους άμμου, χαρές παιδιών, χαρές ανδρών και γυναικών ενώ πλησιάζει το βαπόρι, νέφη λευκά κι ανάλαφρα στον ουρανό, χίλια αντικείμενα στιλπνά και πολυφίλητα σαν χείλη αιμάσσοντα ή δροσερά, ή σαν μαστοί εν εγρηγόρσει, κ’ αίφνης εσύ, ζεστή και δροσερή συνάμα, και ουδέποτε, μα ουδέποτε μικρόνους, παρ’ όλον ότι έχεις πόδια μικρά και μικρά χέρια. Ίσως γι’ αυτό σε αγαπώ τόσο πολύ. Ίσως γι’ αυτό σε κράζω και στον ύπνο.
33
Ο άνεμος όταν φυσά, οι καλαμιές γεμίζουν αυλητρίδες.
34
Στην βουνοκορφή δεσπόζουν τροχαλίαι. Στην πεδιάδα περιστρέφονται ελαιοτριβεία και η διαρκής παραγωγή των λατομείων, συγκρίνεται μ’ εκβραχισμούς των σχιστολίθων. Μεσ’ στο λιοπύρι περιίπτανται κορυδαλλοί και όσοι κοιτούν το χάλυβα να λυώνη, μοιάζουν με ιππείς που ξαφνικά πεζεύουν μπρος σε βρύση.
35
Μέσα στα τζένερα εμφωλεύει η σπίθα. Κρωγμοί αντηχούν κάτω απ’ τα φύλλα, και σχίζουν τον άσπιλο χασέ της νύχτας. Μα πριν ακόμη ξημερώσει, μεσουρανούν οι θρύλοι κ’ η σπίθα αποκαλύπτεται και λάμπει. Έπειτα σβήνει μονομιάς – μα ξαφνικά στην θέσι της αλέκτωρ αλαλάζει.
Ανδρέας Εμπειρίκος, Ενδοχώρα (1934 – 1937)
Εκδόσεις Άγρα, 1988, γ’ ανατύπωση
Πηγή: http://www.sarantakos.com/kibwtos/empeirikos_altamira2.html